Κυριακή 5 Μαΐου 2013

Ο ΕΡΠΗΣ ΤΟΥ ΦΕΜΙΝΙΣΜΟΥ


Ο όρος φεμινισμός επινοήθηκε την εποχή του Διαφωτισμού τον 18ο αιώνα από έναν Εβραίο οραματιστή και σοσιαλιστή τον Charles Fourier, για να περιγράψει την θηλυκοποίηση ορισμένων αντρικών σωμάτων ή την ενασχόληση αυτών με το ζήτημα της βελτίωσης της θέσης των γυναικών.
Κατόπιν ο φεμινισμός παρουσιάστηκε ως ένα κίνημα που αποσκοπούσε στην εξάλειψη της ανισότητας μεταξύ ανδρών και γυναικών μέσω της προώθησης των γυναικείων δικαιωμάτων σε κοινωνικό και οικονομικό επίπεδο. Το 1789, το φεμινιστικό κίνημα επωφελείται από το επαναστατικό κλίμα, όπως αυτό είχε διαμορφωθεί στη Γαλλία λόγω της επανάστασης μέσω ενός τετραδίου παραπόνων, όπου διεκδικούνταν ποικίλα δικαιώματα.

Ο φεμινιστικός έρπης ξεκινά το ταξίδι του στο χρόνο και αρχίζει να μας δείχνει και τις διάφορες μορφές του, οι οποίες πρεσβεύουν το νέο μοντέλο ενός Δυτικού και Ευρωπαϊκού κόσμου που για ακόμη μια φορά κύριός του στόχος είναι η χειραγώγηση των λαών και μόνο. Η πρώτη μορφή του είναι αυτή του φιλελεύθερου φεμινισμού, ο οποίος αποσκοπεί στην ισότητα των ανδρών και των γυναικών μέσω πολιτικών, νομικών και πολιτισμικών κατοχυρώσεων. Βασικός του στόχος είναι να κατονομάσει το πρόβλημα του ‘‘εγκλωβισμού’’ και της ‘‘φυλάκισης’’ της γυναίκας στο όταν εκείνη αποφασίζει να γίνει μητέρα και σύζυγος, ενασχολούμενη πλέον με τα του οίκου της. Η δεύτερη μορφή του είναι αυτή του ριζοσπαστικού φεμινισμού, που είναι κυρίως Αμερικανικής προέλευσης και ο οποίος υποστηρίζει τη δραστική αλλαγή του κοινωνικού συστήματος, ώστε να επέλθει η χειραφέτηση, όχι μόνο των γυναικών, αλλά και όλων των καταπιεσμένων ταξικών εθνοτήτων. Η Τρίτη μορφή του είναι ο μαρξιστικός ή σοσιαλιστικός φεμινισμός, ο οποίος φυσικά ξεχύνεται μέσα από τις θεωρίες του Καρλ Μαρξ και στηρίζεται στην εκμετάλλευση της εργατικής τάξης καθώς και στην θεωρία ότι η γυναίκα δεν υποχρεούται στο να αναγκάζεται να παραδίδει άνευ χρηματικής αμοιβής την εργασία στο σπίτι ως νοικοκυρά και την αναπαραγωγική της δυνατότητα.

Η παραπάνω μορφή του φεμινισμού είναι μία από τις χειρότερες μορφές, η οποία αποτελεί μομφή ως προς το γυναικείο φύλο καταρρίπτοντας οτιδήποτε ηθικό και ψυχικό μπροστά στο βωμό του χρήματος ενός υλιστικού κόσμου. Μετά από την Μαρξικοσοσιαλιστική μορφή του φεμινισμού ακολούθησε, όπως ήταν και φυσικό, η προέκτασή του, που δεν ήταν άλλη από το φεμινισμό του Τρίτου Κόσμου (όπως ονόμασαν οι ‘‘δημιουργοί’’ των κόσμων), ο οποίος αποποιήθηκε το ρατσιστικό μοντέλο του Δυτικού κόσμου, το οποίο αναφερόταν στη λευκή φυλή, καθώς οι μαύρες γυναίκες πλήττονταν περισσότερο λόγω της φτώχειας, της θρησκείας (Ισλάμ) και της ανισότητας. Στη χώρα μας το λεγόμενο κίνημα του φεμινισμού είχε να αντιμετωπίσει το πιο δύσκολο έργο, καθώς οι αντιλήψεις και οι νοοτροπίες του Έλληνα ήταν τελείως διαφορετικές. Το φεμινιστικό κίνημα κοινωνικοποιήθηκε στην Ελλάδα μόνο σε ότι έχει να κάνει με το δικαίωμα ψήφου όταν το 1930 αρχίζει να παραχωρείται σε όσες γυναίκες είχαν κλείσει το 30ο έτος και στη συνέχεια, το 1952, αμέσως μετά τον Εμφύλιο Πόλεμο, η κυβέρνηση επιτρέπει το εκλέγειν και εκλέγεσθαι σε όλες τις γυναίκες άνω των 21 ετών. Στη Χρυσή Αυγή, η Ελληνίδα γυναίκα δεν ταυτίστηκε ποτέ με το οποιοδήποτε κίνημα φεμινισμού. Από τα παραπάνω μπορούμε να συμπεράνουμε ότι ο φεμινισμός δεν έδωσε τελικά καμία βαρύτητα στη γυναίκα, αλλά αντιθέτως αδιαφόρησε σκόπιμα για τη ανθρώπινή της υπόσταση με σκοπό να αξιώσει την ισότητα των δύο φύλων αλλά όχι την ισοτιμία.

Οι τεχνοκράτες του Δυτικού και Ευρωπαϊκού κόσμου ήταν εκείνοι που αποφάσισαν για την οφθαλμαπάτη της ισότητας ανδρών και γυναικών με μοναδικό τους στόχο να ενισχύσουν και να κατασκευάσουν μέσα στα πλαίσια της οικονομικής δραστηριότητας την μεταβολή των κοινωνιών αλλά και όλων των εθνών σε απρόσωπα εργατικά σύνολα. Σήμερα μπορούμε να διαπιστώσουμε και να αναγνωρίσουμε ότι ο φεμινισμός συνέβαλλε στην κοινωνική ισοπέδωση, γνώρισμα τόσο ενός υπαρκτού σοσιαλισμού όσο και ενός υπαρκτού καπιταλισμού, για αυτό άλλωστε ήταν και οι ίδιοι που δημιούργησαν ένα νόμισμα δύο πλευρών αλλά ίδιας κάλπικης όψης. Από τη μία πλευρά, οι φερέφωνες απαίδευτες μάζες πολιτικών της Δύσης που θέλησαν μέσα από την ηδονή του χρήματος και της εξουσίας να οραματίζονται τους δείκτες των οικονομικών μεγεθών αδιαφορώντας για την αλήθεια της ζωής, προσπαθώντας να κόψουν βίαια τον ομφάλιο λώρο της γυναίκας και του άντρα ώστε να μετατραπούν και οι δύο σε κοινωνικά όντα χωρίς ευαισθησίες ή να απωθήσουν ακόμα και τις ευαισθησίες τους από το συνειδητό τους στο υποσυνείδητο. Το αποτέλεσμα, φυσικά, είναι να βλέπουμε τον συνεχόμενο αγώνα των γυναικών στο να μπορέσουν να επιδιώξουν την ανάδειξη τους μέσα από μια έντονη ανταγωνιστική σταδιοδρομία, στην οποία μεταλλάσσονται σε ευνουχισμένα όντα με αλλοιωμένη τη θηλυκή τους ταυτότητα. Είναι εκείνοι που θέλουν την γυναίκα να σταματήσει να απολαμβάνει έστω και το ρόλο της μητρότητας.

Αυτές είναι οι κυρίαρχες προπαγανδιστικές ιδεολογίες του Δυτικού Κόσμου αποδεικνύοντας ότι ο σοσιαλισμός και ο καπιταλισμός υπήρξαν οι αφετηρίες του φεμινιστικού κινήματος. Από την άλλη πλευρά, οι δημιουργοί του κάλπικου νομίσματος άσκησαν έντονη κριτική σε βάρος Μουσουλμάνων ανδρών και γυναικών, καθώς στο Ισλάμ η θέση της γυναίκας είναι υποδεέστερη από τη θέση του άντρα ανασύροντας αποσπάσματα από το Κοράνι για να στηρίξουν πως στο Ισλάμ είναι θεμιτή δήθεν η σε βάρος της γυναίκας χειροδικία χάριν σωφρονισμού. Δυστυχώς, όμως, το κίνημα του φεμινισμού, όχι μόνο βρήκε οπαδούς σε όλες τις χώρες και τα έθνη, αλλά ακόμη και στις μέρες μας απλώνει ακόμη περισσότερο τα κλαδιά του. Η κοινωνική ανωμαλία που έχει δημιουργηθεί είναι αδιαμφισβήτητη. Τρανό παράδειγμα σε αυτές τις κοινωνίες της γάγγραινας είναι γυναίκες οι οποίες έχουν πάρει καθαρά το ρόλο του άντρα ακόμη και στα στενά όρια της οικογένειας. Για παράδειγμα, έχουμε γυναίκες που παντρεύονται άτομα ίδιου φύλου, γυναίκες που φέρνουν στον κόσμο παιδιά επιλέγοντας τον οποιοδήποτε άγνωστο άντρα, θέλοντας να τα μεγαλώσουν μόνες τους, καταργώντας το ρόλο του πατέρα, δημιουργώντας ένα ντόμινο στην αντίθετη πλευρά των αντρικών ζευγαριών, κάνοντας και εκείνοι το ίδιο δημιουργώντας πλαστές οικογένειες και δυστυχισμένα παιδιά σε μια εκφυλισμένη κοινωνία. Μέσα στα ολέθρια αποτελέσματα του φεμινισμού, υπάρχει και το πλέον έντονο παράδειγμα των καιρών μας, όπου βλέπουμε ανώτατα προνομιακά αξιώματα ανδρών να καταλαμβάνονται δια του φαύλου κύκλου του φεμινισμού από γυναίκες, όπως η Μέρκελ, η οποία χρήστηκε από τις γεννήτριες δυνάμεις αυτού του κινήματος ως ο Ευρωπαίος διαχειριστής των εθνών της Ευρώπης. Ο έρπης του φεμινισμού θα γνωρίσει την απόλυτη ήττα μόνο από τη Χρυσή Αυγή και από τη θέση της γυναίκας που κατέχει μέσα σε αυτή.

Η Χρυσή Αυγή τιμώντας τη γυναίκα και δείχνοντας το αληθινό της ενδιαφέρον είναι η μόνη που μπορεί να ισοπεδώσει το κίνημα του φεμινισμού ώστε η κοινωνία μας να αποτινάξει από πάνω της όλη τη λέπρα του κάλπικου φεμινισμού που εξυψώνει την κίβδηλη ισότητα της γυναίκας. Είμαστε οι μόνοι που αναγνωρίζουμε στην κοινωνία την ιδιαίτερη αξία της γυναίκας ως μητέρας με προγράμματα και παροχές που θα πάψουν να είναι τραγικά ή εξοργισμένα γελοίες. Σε μία εθνικιστική κοινωνία η Ελληνίδα γυναίκα είναι εκείνη που θα κατέχει το ρόλο ως Μητέρα του Έθνους και που από εκείνη θα πηγάσουν τα θεμέλια μιας ξεχωριστής κοινωνίας στην οποία θα διδάσκεται και θα δημιουργείται η κοινωνική ευθύνη και η κοινωνική συνείδηση όσες φορές όμως και αν υπάρξουν αυτοί που ξεπουλάνε την Ελλάδα, εκείνη άλλες τόσες φορές θα φωνάξει ‘‘Ζήτω η Λευτεριά’’. Τι και αν για αυτά τα ιδανικά ο κάλπικος αυτός κόσμος της σκλαβιάς του φεμινισμού θα τη βάλει πολλές φορές μπροστά στο εκτελεστικό απόσπασμα, εκείνη άλλες τόσες φορές θα κάνει τη δική της Αντίσταση. Παράδειγμα μας οι γυναίκες των φασιστών, αντιδημοκρατικών της ιστορίας. Οι γυναίκες των Σπαρτιατών, οι οποίες, όπως ομολογούν όλοι οι ιστορικοί είχαν τις περισσότερες ελευθερίες στον τότε αρχαίο κόσμο. Πολύ περισσότερες ελευθερίες από τις γυναίκες – ‘‘κοσμήματα των ανδρών τους’’ στη δημοκρατική Αθήνα. Γυναίκες που και απολάμβαναν προνομίων και κράταγαν ψηλά τη σημαία του Έθνους και της μητρότητας. Και αυτό γιατί η ιδεολογία μας ήταν και θα είναι πάντα πρωτοπόρος.

ΣΤΑΥΡΟΥΛΑ Κ.