Αναφέρει λοιπόν ο πρώτος νόμος:
(Σημείωση: Η μετάφραση είναι του Κ.Θ Αραποπούλου, όπως δημοσιεύτηκε στους «Λόγους του Αισχίνου» από τις εκδόσεις «Πάπυρος»)
12. « Οι δάσκαλοι να μη ανοίγουν τα σχολεία πριν ανατείλη ο ήλιος και να τα κλείνουν πριν δύση ο ήλιος. Να μη επιτρέπεται εις τους έχοντας ηλικίαν ανωτέραν της παιδικής να εισέρχονται εις τα σχολεία, όταν υπάρχουν εντός αυτών παιδιά, εκτός εάν πρόκειται περί υιού, αδελφού ή γαμπρού του διδασκάλου.
Εάν δε κάποιος παρά την απαγόρευσιν ταύτην εισέρχεται εις το σχολείο, να τιμωρήται με την ποινήν του θανάτου.
Επίσης οι επί κεφαλής της παλαίστρας-ΓΥΜΝΑΣΤΗΡΙΟΥ- να μη επιτρέπουν εις κανένα ενήλικον να κάθηται μαζί με τα παιδιά κατά τας εορτάς του Ερμού, με καμμίαν δικαιολογίαν. Εάν δε επιτρέπη τούτο εις αυτούς και δεν τους εκδιώκη εκ της παλαίστρας, ο επί κεφαλής της παλαίστρας θα είναι ένοχος παραβάσεως του νόμου περί διαφθοράς των ελευθέρων παίδων. Οι δε χορηγοί οι οριζόμενοι υπό του λαού, πρέπει να έχουν συμπληρώσει το τεσσαρακοστόν έτος της ηλικίας των.»
Είναι γνωστόν ότι σχολείο παρακολουθούσαν μόνο τα αγόρια. Εδώ έχουμε ξεκάθαρα έναν νόμο που προστατεύει τα ανήλικα παιδιά από τυχόν ανώμαλους. Είναι αστείο το επιχείρημα διαφόρων «σοβαρών» μελετητών ότι αφού υπήρχε τέτοιος αυστηρός νόμος τότε θα πρέπει η παιδεραστία να ήταν διαδεδομένη. Με την ίδια λογική, αφού σήμερα υπάρχει νόμος περί παιδεραστίας και περί βιασμού και περί δολοφονίας, άρα και οι περισσότεροι από μας είμεθα είτε βιαστές είτε παιδεραστές είτε δολοφόνοι είτε και τα τρία μαζί.
Είναι εκπληκτικό το γεγονός πως συναντάμε έναν τέτοιο νόμο σε μια κοινωνία 500 χρόνια πριν την απαρχή της χριστιανικής χρονολογήσεως, την στιγμή που παρόμοιοι νόμοι, θεσπίστηκαν αιώνες αργότερα -και με σαφώς ελαφρύτερες ποινές- στις αυτοαποκαλούμενες «ηθικές» και «χριστιανικές» κοινωνίες.
Πρώτα απ' όλα εντύπωση δημιουργεί η κοινωνική θέση και ισχύς του δασκάλου. Ο δάσκαλος υπήρξε στην τότε ελληνική κοινωνία ένα πρόσωπο ιδιαίτερο, που διακατείχε μια πολύ υψηλή θέση.
Και βέβαια όταν μια κοινωνία έχει τέτοια άποψη για τον δάσκαλο και κατά συνέπεια έδινε τέτοια σημασία στην εκπαίδευση, είναι φυσικό αυτή κοινωνία να φτάσει σε πολιτιστικά, φιλοσοφικά, πνευματικά και επιστημονικά επίπεδα τέτοια, όπως αυτά των Ελλήνων 3000 και πλέον, χρόνια πριν. (Εν αντιθέσει με το σημερινό κατάντημα της εκπαίδευσης)
Ο δάσκαλος λοιπόν είχε την ευχέρεια να καταγγείλει τον οποιονδήποτε που παρεβίαζε το σχολικό άσυλο, ακόμα και πατέρα κάποιου μαθητού - με κίνδυνο να υποστεί ο εισβολεύς ακόμα και την θανατική ποινή.
Πέρα από το περιβάλλον του σχολείου, ο νόμος προεκτείνετο και στις παλαίστρες αλλά και στις γιορτές. Στις παλαίστρες που τα παιδιά γυμνάζονταν γυμνά, θα μπορούσαν να αποτελέσουν εύκολο στόχο για κάποιον ανώμαλο, Το κράτος λοιπόν όριζε επιτρόπους που συνόδευαν τα παιδιά στις παλαίστρες αλλά και σε όλες τις εκδηλώσεις. Γιατί όριζε επιτρόπους; Για να εξαλείψει και την περίπτωση που ο δάσκαλος δεν συμπεριφερόταν όπως του άρμοζε. Σήμερα έχουμε περιπτώσεις όπου μαθητές καταγγέλλουν εκπαιδευτικούς για ασέλγεια.
Οι Έλληνες έχοντας προβλέψει και αυτές τις ελάχιστες περιπτώσεις, έπαιρναν μέτρα για την αποτροπή τους.
16. « Αν κάποιος Αθηναίος προσβάλη ελεύθερον παίδα, να διώκεται ενώπιον των θεσμοθετών από εκείνον, ο οποίος έχει εξουσίαν επί του παιδιού, αφού αναγράψη εις την μήνυσίν του την ποινήν, της οποίας θεωρεί τούτον άξιον. Αν δε ο μηνυσθείς καταδικασθή, να παραδοθή εις τους ένδεκα και να θανατωθή την ιδίαν ημέραν. Εάν δε του επιβληθή χρηματική ποινή, να την καταβάλη εντός ένδεκα ημερών μετά την δίκην, εάν δεν δύναται να την καταβάλη αμέσως, μέχρις ότου δε την καταβάλη, να φυλακισθή. Εις την ιδίαν ποινήν να υπόκεινται και εκείνοι, οι οποίοι υποπίπτουν εις τας ιδίας παραβάσεις και όσον αφορά τους δούλους.»
Αξίζει να μνημονεύσουμε το εδάφιο που αναφέρεται και στους δούλους. Οι δούλοι λοιπόν είχαν και αυτοί νομική κάλυψη. Και όπως αναφέρει παρακάτω ο Αισχίνης:
«..αλλά βουλόμενος υμάς εθίσαι πολύ απέχειν της των ελευθέρων ύβρεως, προέγραψε μηδ' εις τους δούλους υβρίζειν» Δηλαδή: « ..αλλά θέλων να σας συνηθίση να σέβεσθε τους ελευθέρους άνδρας, ώρισε να μην προσβάλλη κανείς ούτε τους δούλους»
21. « Ο Αθηναίος, ο οποίος έγινεν ερωμένος ανδρός αντί χρημάτων, να μη έχη το δικαίωμα να εκλεγή εις εκ των εννέα αρχόντων, ούτε να αναλάβη ιερατικόν αξίωμα, ούτε να παρουσιασθή ως συνήγορος εις δημοσίας δίκας ή να καταλάβη οιανδήποτε εξουσίαν, είτε εντός της πόλεως, είτε εκτός των ορίων αυτής, είτε αύτη ορίζεται δια κλήρου ή δι' εκλογής, ούτε να αποστέλλεται ως δημόσιος κήρυξ, ούτε και να εκφέρη γνώμην, ούτε να μετέχη εις δημοσίας θρησκευτικάς τελετάς, ούτε να φέρη δημοσία τον στέφανον ούτε να περιφέρεται εντός του τμήματος της αγοράς που έχει καθαρισθή δια ραντισμού. Εάν δε τις πράττη παρά τας διατάξεις ταύτας, αφού έχει καταδικασθή επί εταιρήσει, ούτος να τιμωρήται δια θανάτου»
Αρχικά να σχολιάσουμε ότι ο «καταδικασθείς επί εταιρήσει» εθεωρείτο μιαρός, αφού του απηγορεύετο η παρουσία σε μέρη που έχουν «καθαρθεί δια ραντισμού».
Διαβάζοντας κανείς έτσι απλά τον νόμο, θα μπορούσε να υποθέσει πως εάν ένας άνδρας έχει απλώς ομοφυλοφιλικές σχέσεις με άλλον άνδρα, τότε δεν προκύπτει κατηγορία εναντίον του. Έτσι ερμηνεύουν τον νόμο όσοι δεν προσπαθούν να τον κατανοήσουν βαθύτερα. Μελετώντας προσεκτικά αυτόν τον νόμο, πλησιάζουμε στο να κατανοήσουμε ακριβώς το πώς έβλεπαν οι Αθηναίοι το θέμα της ομοφυλοφιλίας, και ως πράξη παρά-φύσιν αλλά κυρίως ως προς την πόλη τους. Αν ένας ενήλικας είχε σεξουαλικές σχέσεις με άλλον ενήλικα, ο νόμος δεν προέβλεπε ποινή εναντίον του.
Ο ενήλικας αυτός θα έπρεπε να υποστεί την κοινωνική κατακραυγή, αλλά νομοθετικά, δεν προβλεπόταν καμία ποινή εναντίον του. Τι σημαίνει όμως η φράση «..αντί χρημάτων»; Η ερμηνεία που δίνουν οι περισσότεροι ότι εδώ εννοείται η πορνεία, δεν μπορεί να θεωρηθεί ολοκληρωμένη. Θα μπορούσε ο νόμος να όριζε ξεκάθαρα την λέξη πορνεία ή κάτι άλλο αντίστοιχο. Μάλιστα αναφέρει συγκεκριμένα την λέξη «εταιρείν».
Την σωστή ερμηνεία του νόμου, μας την δίνει ο ίδιος ο Αισχίνης λίγο πιο κάτω στις προτάσεις 75 και 76:
75. « Δίοτι, δι' όνομα των θεών, Τίμαρχε, τι θα έλεγες συ ο ίδιος δια κάποιον άλλον, ο οποίος κατηγορείται δια την ιδίαν παράβασιν; Ή τι πρέπει να λέγης, όταν ένας ωραίος νέος διαφέρων των άλλων κατά την όψιν, εγκαταλείπη την πατρικήν οικίαν και διανυκτερεύη εις ξένας οικίας και λαμβάνη μέρος εις πολυτελή δείπνα χωρίς να συνεισφέρη τίποτε και έχη αυλητρίδας και εταίρας, που χρειάζονται προς συντήρησίν των πολλά χρήματα και παίζη τους κύβους και δεν πληρώνη τίποτε αυτός, αλλά πληρώνει άλλος αντί εκείνου;
76. Χρειάζονται λοιπόν μαντικήν δύναμιν ταύτα δια να κατανοηθούν; Δεν είναι φανερόν ότι ο άνθρωπος, ο οποίος επιβάλλει εις τους άλλους τοιαύτας δαπάνας, πρέπει αναγκαστικώς να προσφέρη εις αυτούς εις ανταπόδοσιν ωρισμένας απολαύσεις; Μα τον Ολύμπιον Δία, δεν ευρίσκω άλλας ευπρεπεστέρας εκφράσεις δια να δηλώσω τας πράξεις σου, αι οποίαι σε κατέστησαν περίγελον όλων.»
Εδώ φαίνεται ξεκάθαρα τι εννοεί ο νόμος όταν αναφέρει «..αντί χρημάτων». Εννοείται η συμβίωση ή αλλιώς, το κοινώς λεγόμενο «σπίτωμα» Για τους Αθηναίος ήταν πολύ σημαντικό η εικόνα που έδιναν για την πόλη τους στους ξένους. Ενώ λοιπόν είχαν αυστηρούς νόμους που διαφύλατταν και προστάτευαν την προσωπική, την ατομική ελευθερία των πολιτών, έπρεπε όμως συγχρόνως οι νόμοι αυτοί να μην επέτρεπαν στον κάθε «κακό» και επιπόλαιο πολίτη να στιγματίσει την πόλη τους. Έτσι λοιπόν, ο ενήλικας που διέπραττε την πράξη του αφύσικου έρωτα με άλλον ενήλικα, δεν είχε νομικές κυρώσεις αρκεί η πράξη αυτή να ήταν μυστική και να μην εξέθετε την πόλη. Όπως θα συνέβαινε στην περίπτωση που ο ενήλικας αποφάσιζε να συζήσει με άλλον ενήλικα.
Βέβαια, αν αυτό ίσχυε σήμερα, θα φώναζαν όλοι για παραβίαση των «ατομικών δικαιωμάτων». Και αν και ίσχυε κάτι τέτοιο τότε, παρ' όλα αυτά κατηγορείται η αρχαία ελληνική κοινωνία ως έκφυλη.. Ο Αισχίνης λοιπόν κατηγόρησε τον Τίμαρχο ότι συζούσε με άλλους άνδρες.
Τέλος 2ου μέρους
ΝΙΚΗΤΑΡΑΣ 67